
Δεν θα σημειωθεί καμία διαφοροποίηση στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης την επόμενη τριετία, όπως τόνισε ο υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Πάνος Τσακλόγλου, μιλώντας στο MEGA.
Ο ίδιος τόνισε πως ο νόμος που καθορίζει τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης είναι του 2010, σύμφωνα με τον οποίο τα όρια ηλικίας συνδέονται με το προσδόκιμο ζωής και αυτή η διαδικασία πραγματοποιείται ανά τριετία.
“Προφανώς, το τι θα γίνει το 2027 κανένας δεν μπορεί να το γνωρίζει από τώρα”, είπε.
Αναφορικά με το επίδομα προσωπικής διαφοράς, ο κ. Τσακλόγλου επισήμανε ότι αυτό αφορά 750.000 συνταξιούχους και υπογράμμισε ότι θα δοθεί τον επόμενο μήνα, πιθανότατα στις 21 Δεκεμβρίου 2023 και συμπλήρωσε ότι εντός του Δεκεμβρίου 2023, θα καταβληθεί και το έκτακτο βοήθημα προς τους χαμηλοσυνταξιούχους.
“Όλα αυτά η κυβέρνηση μπορεί να τα δίνει ως εφάπαξ πληρωμές, διότι η οικονομία πάει καλά και έχουμε τη δυνατότητα να επιστρέφουμε στους πολίτες και, ιδιαίτερα, στους πλέον ευάλωτους, μέρος του υπερ-πλεονάσματος του προϋπολογισμού, χωρίς να θέτουμε σε κίνδυνο τους δημοσιονομικούς μας στόχους”, δήλωσε ο υφυπουργός Εργασίας.
Σχετικά με την αύξηση των συντάξεων το 2024, υπογράμμισε πως με την μέχρι τώρα εξέλιξη των πραγμάτων, η αύξηση των συντάξεων υπολογίζεται κοντά στο 3%, αλλά κάθε φορά που βγαίνουν τα οριστικά στοιχεία θα γίνεται και η αναπροσαρμογή σε σχέση με την αύξηση της προηγούμενης χρονιάς.
Για το επίδομα μητρότητας της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης (ΔΥΠΑ), ο υφυπουργός είπε πως έως το 2019 “είχαμε επιδόματα μητρότητας στον δημόσιο τομέα και στις μισθωτές του ιδιωτικού τομέα, αλλά με μικρότερη διάρκεια σε σύγκριση με τον δημόσιο τομέα. Την προηγούμενη τετραετία, εξισώσαμε το χρονικό όριο για τις μισθωτές του ιδιωτικού τομέα με αυτό του δημοσίου. Αυτές που δεν είχαν καλυφθεί, μέχρι τώρα, ήταν οι αυτοαπασχολούμενες και οι αγρότισσες. Με το νέο νομοσχέδιο, θα λαμβάνουν και αυτές επίδομα μητρότητας για εννεά μήνες στο ύψος του κατώτατου μισθού (780 ευρώ τον μήνα)”.
“Πέραν της εισοδηματικής ενίσχυσης, το μέτρο είναι θετικό για την ενθάρρυνση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας, αλλά και από δημογραφικής άποψης», κατέληξε.