Νέα έκθεση προειδοποιεί ότι οι άνθρωποι που αναγκάζονται να διαφύγουν από τον πόλεμο, τη βία και τους διωγμούς βρίσκονται όλο και περισσότερο στην πρώτη γραμμή της παγκόσμιας κλιματικής κρίσης. Έτσι, εκτίθενται σε έναν θανατηφόρο συνδυασμό απειλών, χωρίς όμως την απαραίτητη χρηματοδότηση και υποστήριξη για να προσαρμοστούν.
Η έκθεση, η οποία δημοσιεύεται σήμερα από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, σε συνεργασία με 13 οργανώσεις εμπειρογνωμόνων, ερευνητικά ιδρύματα και ομάδες που συντονίζουν πρόσφυγες, χρησιμοποιεί τα πιο πρόσφατα δεδομένα για να δείξει πώς οι κλιματικοί κλυδωνισμοί αλληλεπιδρούν με τις συγκρούσεις, ωθώντας όσους βρίσκονται ήδη σε κίνδυνο σε ακόμη πιο δύσκολες καταστάσεις.
Από τα περισσότερα από 120 εκατομμύρια βίαια εκτοπισμένων ανθρώπων παγκοσμίως, τα τρία τέταρτα ζουν σε χώρες που πλήττονται έντονα από την κλιματική αλλαγή. Οι μισοί βρίσκονται σε μέρη που πλήττονται τόσο από συγκρούσεις όσο και από σοβαρούς κλιματικούς κινδύνους, όπως η Αιθιοπία, η Αϊτή, η Μιανμάρ, η Σομαλία, το Σουδάν και η Συρία.
Σύμφωνα με την έκθεση – No Escape: On the Frontlines of Climate Change, Conflict and Forced Displacement (Καμία διαφυγή: στην πρώτη γραμμή της κλιματικής αλλαγής, των συγκρούσεων και του αναγκαστικού εκτοπισμού) – μέχρι το 2040 ο αριθμός των χωρών που αντιμετωπίζουν ακραίους κλιματικούς κινδύνους αναμένεται να αυξηθεί από 3 σε 65, η συντριπτική πλειονότητα των οποίων φιλοξενεί εκτοπισμένους ανθρώπους. Ομοίως, οι περισσότερες προσφυγικές δομές και οι καταυλισμοί αναμένεται να βιώσουν διπλάσιο αριθμό ημερών επικίνδυνης ζέστης μέχρι το 2050.
«Για τους πιο ευάλωτους ανθρώπους στον κόσμο, η κλιματική αλλαγή αποτελεί μια σκληρή πραγματικότητα που επηρεάζει βαθιά τη ζωή τους», δήλωσε ο Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, Filippo Grandi. «Η κλιματική κρίση δημιουργεί φαινόμενα εκτοπισμού σε περιοχές που ήδη φιλοξενούν μεγάλο αριθμό ανθρώπων που έχουν ξεριζωθεί λόγω συγκρούσεων και ανασφάλειας, επιδεινώνοντας τη δυσχερή τους θέση και αφήνοντάς τους χωρίς ασφαλές μέρος για να πάνε».
Για παράδειγμα, η καταστροφική σύγκρουση στο Σουδάν έχει αναγκάσει εκατομμύρια ανθρώπους να τραπούν σε φυγή, συμπεριλαμβανομένων 700.000 που έχουν περάσει στο Τσαντ, το οποίο φιλοξενεί πρόσφυγες εδώ και δεκαετίες και παρ’ όλα αυτά είναι μία από τις χώρες που είναι περισσότερο εκτεθειμένες στην κλιματική αλλαγή. Ταυτόχρονα, πολλοί που διέφυγαν από τις μάχες αλλά παρέμειναν στο Σουδάν κινδυνεύουν με περαιτέρω εκτοπισμό λόγω των σοβαρών πλημμυρών που έχουν πλήξει τη χώρα.
Ομοίως, το 72% των προσφύγων της Μιανμάρ έχουν αναζητήσει ασφάλεια στο Μπαγκλαντές, όπου οι φυσικοί κίνδυνοι, όπως οι κυκλώνες και οι πλημμύρες, χαρακτηρίζονται ως ακραίοι.
«Στην περιοχή μας, όπου τόσοι πολλοί άνθρωποι έχουν εκτοπιστεί εδώ και τόσα πολλά χρόνια, βλέπουμε τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής μπροστά στα μάτια μας», δήλωσε η Grace Dorong, ακτιβίστρια για το κλίμα και πρώην προσφύγισσα που ζει στο Νότιο Σουδάν. «Ελπίζω οι φωνές των ανθρώπων που περιλαμβάνονται σε αυτή την έκθεση να βοηθήσουν τους υπεύθυνους λήψης αποφάσεων να κατανοήσουν ότι ο αναγκαστικός εκτοπισμός – και οι πολλαπλασιαστικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής – θα επιδεινωθούν αν δεν αντιμετωπιστούν. Αλλά αν μας ακούσουν, μπορούμε να γίνουμε και εμείς μέρος της λύσης».
Η έκθεση υπογραμμίζει επίσης ότι η χρηματοδότηση για το κλίμα δεν φτάνει στους πρόσφυγες, στις κοινότητες υποδοχής και σε άλλες ασταθείς και εμπόλεμες χώρες, με αποτέλεσμα η ικανότητα προσαρμογής τους στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής να επιδεινώνεται ραγδαία.
Προς το παρόν, τα εξαιρετικά εύθραυστα κράτη λαμβάνουν μόνο 2 δολάρια ΗΠΑ περίπου ανά άτομο στο πλαίσιο ετήσιας χρηματοδότησης για την προσαρμογή, κάτι που συνιστά τεράστια διαφορά σε σύγκριση με τα 161 δολάρια ΗΠΑ ανά άτομο που λαμβάνουν τα μη εύθραυστα κράτη. Όταν οι επενδύσεις φτάνουν στα εύθραυστα κράτη, περισσότερο από το 90 τοις εκατό πηγαίνει προς τις πρωτεύουσες, ενώ άλλες περιοχές σπάνια επωφελούνται.
Τα ευρήματα δημοσιεύονται κατά τη διάρκεια της Διάσκεψης COP29 των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν, όπου η Ύπατη Αρμοστεία ζητά αυξημένη χρηματοδότηση για το κλίμα που να φτάνει σε όσους έχουν μεγαλύτερη ανάγκη. Ο οργανισμός καλεί επίσης τα κράτη να προστατεύσουν τους αναγκαστικά εκτοπισμένους που αντιμετωπίζουν την πρόσθετη απειλή των κλιματικών καταστροφών και να δώσουν σε αυτούς και στις κοινότητες που τους φιλοξενούν φωνή όταν είναι να ληφθούν οικονομικές και πολιτικές αποφάσεις.
«Η κλιματική κρίση αντιπροσωπεύει μια βαθιά αδικία», δήλωσε ο κ. Grandi. «Οι άνθρωποι που αναγκάζονται να ξεριζωθούν και οι κοινότητες που τους φιλοξενούν έχουν τη μικρότερη ευθύνη για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, πληρώνουν όμως το μεγαλύτερο τίμημα. Τα δισεκατομμύρια δολάρια χρηματοδότησης για το κλίμα δεν φτάνουν ποτέ σε αυτούς και η ανθρωπιστική βοήθεια δεν μπορεί να καλύψει επαρκώς τις συνεχώς αυξανόμενες ελλείψεις. Οι λύσεις είναι διαθέσιμες, αλλά χρειαζόμαστε επείγουσα δράση. Χωρίς κατάλληλους πόρους και υποστήριξη, οι πληγέντες θα παγιδευτούν».