Το Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας (ΓΕΩΤΕΕ) εξέδωσε την ακόλουθη ανακοίνωση για την πανώλη των μικρών μηρυκαστικών:
«Η Ελλάδα είναι η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που δήλωσε (ως όφειλε) την εμφάνιση της Πανώλης των Αιγοπροβάτων και ακολούθησε με καθυστέρηση μερικών ημερών η Ρουμανία. Από την πρώτη στιγμή οι Δημόσιες Κτηνιατρικές Υπηρεσίες καταβάλλουν τα μέγιστα προκειμένου να ελεγχθεί και να μην εξαπλωθεί η νόσος, γεγονός που θα έχει τραγικές συνέπειες για την ελληνική αιγοπροβατοτροφία, την εξαρτώμενη δευτερογενή παραγωγή (κρεοπαραγωγή και γαλακτοκομία) και γενικά την ελληνική οικονομία.
Η Πανώλη των Μικρών Μηρυκαστικών (ΠΜΜ) (Peste des Petits Ruminants-PPR), είναι μια πολύ μεταδοτική ασθένεια των ζώων που προσβάλει τα εκτρεφόμενα και τα άγρια μικρά μηρυκαστικά. Προκαλείται από ιό του γένους Morbillivirus (οικογένειας Paramyxoviridae), μεγάλης μεταδοτικότητας (προσβολή ως 100% των ζώων του κοπαδιού) και υψηλής θνησιμότητας (έως το 90% των προσβεβλημένων ζώων).
Οι πολίτες ας ξέρουν πως ο ιός της ΠΜΜ (PPR virus) ΔΕΝ ΠΡΟΣΒΑΛΕΙ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ. Για τον λόγο αυτό δεν υπάρχει καμία ανησυχία για μετάδοση του ιού στον άνθρωπο από γαλακτοκομικά προϊόντα και κρέας. Η προτεινόμενη επεξεργασία των προϊόντων (γάλα και κρέας) καθώς και τα αυστηρά μέτρα βιοασφάλειας σχετίζονται ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ με την αποτροπή μετάδοσης του ιού σε άλλες εκτροφές και άλλες περιοχές.
Οι Κτηνοτρόφοι οφείλουν αυτή τη στιγμή να εφαρμόζουν αυστηρά όλες τις οδηγίες και τα μέτρα προφύλαξης που τους δίνονται από τις Δ/νσεις Κτηνιατρικής της χώρας, να συνεργάζονται απόλυτα και να βοηθούν τόσο στην ιχνηλασιμότητα όσο και στον περιορισμό της εξάπλωσης της νόσου.
Το ΥΠ.Α.Α.Τ. πρέπει άμεσα να ενεργοποιήσει κρατικά και ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά εργαλεία, ώστε να βρεθούν οι απαιτούμενοι πόροι για την εξυγίανση του ζωικού κεφαλαίου και τα ζώα που θανατώνονται να αποζημιώνονται κοντά στην εμπορική τους αξία και σε σύντομο χρόνο. Μόνο έτσι θα προληφθεί μια ραγδαία και μοιραία εγκατάλειψη του κτηνοτροφικού επαγγέλματος. Η οικονομική πίεση που θα δεχθούν οι κτηνοτρόφοι το επόμενο διάστημα (έλλειψη εισοδήματος, ανεξόφλητα δάνεια κ.λπ.) θα πρέπει να εκτονωθεί από το κράτος μέσω της απλοποίησης των διαδικασιών αποζημιώσεων και την άμεση βοήθεια για τις ανάγκες απολύμανσης και αντικατάστασης των κοπαδιών, ενίοτε και των σταβλικών εγκαταστάσεων.
Η πολιτεία, με την τραγική αφορμή της εμφάνισης της ΠΜΜ στην Ελλάδα, θα πρέπει να κατανοήσει πως οφείλει να υποστηρίξει ενεργά ένα σύστημα αποτελεσματικής προστασίας του ζωικού κεφαλαίου και, κατ’ επέκταση, επισιτιστικής ασφάλειας της χώρας μας. Ένα σύστημα που θα βασίζεται στις διεθνείς στρατηγικές για τη νόσο, όπως αυτές του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας των Ζώων (WOAH/ΟΙΕ) και του Παγκόσμιου Οργανισμού Γεωργίας και Τροφίμων (FAO), ενώ θα λαμβάνει ταυτόχρονα υπόψη του τη γεωγραφική θέση της Ελλάδας, όπου η γειτνίαση της με βαλκανικές χώρες και την Τουρκία αυξάνουν τα επίπεδα κινδύνου για την μετάδοση νοσημάτων από τα οποία η χώρα ήταν απαλλαγμένη.
Η προσέγγιση που ακολούθησε η Πολιτεία τα προηγούμενα χρόνια, με δογματικά μνημονικά κριτήρια και άκριτη αντιγραφή των συστημάτων της «υγειονομικά ασφαλούς» δυτικής Ευρώπης, οδήγησε σε υποστελέχωση των κτηνιατρικών υπηρεσιών, περιορισμό των κτηνιατρικών υποδομών, πολυδιάσπαση των κτηνιατρικών αρμοδιοτήτων κ.α.. Εξάλλου, η έλλειψη κτηνιατρικού προσωπικού επισημαίνεται σταθερά από το 2006 σε κάθε επιθεώρηση από Ευρωπαϊκούς Φορείς (FVO, DG-SANCO), αποτελεί δε σοβαρή µη συμμόρφωση έναντι της ενωσιακής νομοθεσίας, μιας και η χώρα έχει παραπεμφθεί στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2007 και έχει καταδικαστεί το 2009.
Αν η Ελλάδα θέλει κτηνοτροφία, η πολιτεία πρέπει να ενισχύσει (και όχι να υποβαθμίσει) τη δημόσια κτηνιατρική και να βοηθήσει στην εδραίωση μιας ανεξάρτητης επαγγελματικής σχέσης μεταξύ κτηνοτρόφων και ιδιωτών κτηνίατρων. Η υγεία του ζωικού κεφαλαίου, ο έλεγχος των εμπόρων, η ευρωστία της κτηνοτροφικής παραγωγής και η επισιτιστική επάρκεια και ασφάλεια δεν μπορεί να βασίζονται ούτε στο φιλότιμο των κτηνίατρων των δημόσιων υπηρεσιών ούτε στον εθελοντισμό των ιδιωτών, δεν μπορεί να γίνεται χωρίς θεσμοθετημένα σαφή όρια, δεν μπορεί να γίνεται με αναλώσιμους, μέσω συμβάσεων ορισμένου χρόνου, επιστήμονες, ούτε με επιδοτούμενους ιδιώτες.
Σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, ο νέος Κανονισμός για την υγεία των ζώων [ΕΕ 2016/429 «Νόμος για την Υγεία των Ζώων»] καθορίζει πως είναι ΕΥΘΥΝΗ του κάθε κράτους μέλους να διασφαλίζει ότι:
• η αρμόδια αρχή διαθέτει επαρκώς καταρτισμένους κτηνίατρους εγκαταστάσεις, εξοπλισμό, εργαστήρια, χρηματοδοτικούς πόρους και αποτελεσματική οργάνωση που να καλύπτουν το σύνολο της επικράτειας του κράτους μέλους,·
• ενθαρρύνονται οι υπεύθυνοι των επιχειρήσεων και τους κατ’ επάγγελμα ασχολούμενοι με τα ζώα να αποκτούν, να διατηρούν και να αναπτύσσουν επαρκείς γνώσεις σχετικά με την υγεία των ζώων.
Ειδικά για τα Κτηνιατρικά Εργαστήρια, που αυτή τη στιγμή αποτελούν την αιχμή του δόρατος στην έγκαιρη και έγκυρη διάγνωση της νόσου, πρέπει να επισημανθεί το πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος τους τόσο σε εξετάσεις ρουτίνας για τον έλεγχο των νοσημάτων υποχρεωτικής δήλωσης του ζωικού κεφαλαίου και της ασφάλειας των τροφίμων αλλά και η ετοιμότητα τους για την υποστήριξη εκτάκτων αναγκών (σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια, γρίπη πτηνών, πανώλη). Το δίκτυο των Κτηνιατρικών Εργαστηρίων του ΥΠ.Α.Α.Τ. πρέπει να ενισχυθεί και να διευρυνθεί (σε χωρικό επίπεδο, σε μεθόδους, σε εργαστήρια αναφοράς).
Το ΓΕΩΤ.Ε.Ε. σημειώνει πως όλοι αρμόδιοι διεθνείς οργανισμοί τονίζουν πως η ΠΜΜ μπορεί να εκριζωθεί διεθνώς μέχρι το 2030. Το εγχείρημα αυτό όμως προϋποθέτει την ενδυνάμωση των Εθνικών Κτηνιατρικών Υπηρεσιών που είναι επιφορτισμένες με τον έλεγχο και την εκρίζωση της ΠΜΜ, καθώς παράλληλα η ενίσχυσή τους παράγει μεγάλα οφέλη στην μάχη και άλλων ασθενειών, εξωτικών και μη (π.χ. αφθώδης πυρετός, βρουκέλλωση των αιγοπροβάτων, φυματίωση, αφρικανική πανώλη των χοίρων κ.α.).
Γενικά, η εκρίζωση της ΠΜΜ αποκτά ιδιαίτερη αξία γιατί, καταπολεμώντας τη νόσο, καταπολεμάται ταυτόχρονα η φτώχεια στις αγροτικές περιοχές, διασφαλίζεται επάρκεια τροφίμων και διατροφή υψηλής βιολογικής αξίας και δυναμώνει η ανθεκτικότητα της κοινωνίας και της εθνικής οικονομίας.
Η κρίση που περνά αυτή την ώρα η ελληνική αιγοπροβατοτροφία είναι πολύ μεγάλη και τα αίτια που φτάσαμε ως εδώ είναι πολλά, διαχρονικά και αφορούν τόσο την πολιτεία όσο και την παραγωγή, με τους όρους που αυτή γίνεται στη χώρα. Αυτή όμως είναι μια συζήτηση που πρέπει να γίνει όταν ο κίνδυνος θα έχει περάσει και η κτηνοτροφία θα έχει αντέξει».