
Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Πάτρας επέβαλε χθες (7/5) βαριές ποινές σε 27 κατηγορουμένους για την κακοδιαχείριση της Αχαϊκής Συνεταιριστικής Τράπεζας, η οποία ως γνωστόν έκλεισε το 2012.
Το δικαστήριο έκρινε ενόχους 7 μέλη της διοίκησης 12 διευθυντές και υπαλλήλους και 8 επιχειρηματίες – δανειολήπτες.
Για τα μέλη της διοίκησης, η ενοχή αφορά την κατηγορία της κακουργηματικής απιστίας, για τα στελέχη κρίθηκε ότι συνέργησαν στην απιστία και για τους δανειολήπτες ότι ήταν ηθικοί αυτουργοί στην απιστία.
Πέντε μέλη της διοίκησης καταδικάστηκαν σε κάθειρξη 5 και 6 ετών αντίστοιχα, με τις ποινές να έχουν ανασταλτικό αποτέλεσμα μέχρι την εκδίκαση της έφεσης και με τον όρο της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα, ενώ δύο καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης 3 και 5 ετών αντίστοιχα.
Δέκα στελέχη της τράπεζας καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης 3, 4 και 5 ετών με τριετή αναστολή και όρους, ενώ δύο υψηλόβαθμα στελέχη καταδικάστηκαν σε 5ετή κάθειρξη με ανασταλτικό αποτέλεσμα μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης στο Εφετείο.
χαρακτήρα γιατί αποδίδεται δικαιοσύνη και τιμωρούνται παραδειγματικά κορυφαία μέλη της διοίκησης της Τράπεζας, καθώς και πολλά από τα στελέχη της σε υψηλές βαθμίδες, αλλά και δανειολήπτες που έλαβαν δάνεια με παράτυπες διαδικασίες. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ποινές που επιβλήθηκαν ανέρχονται συνολικά σε 125 χρόνια φυλάκισης.
Σε αυτή την πολύκροτη δίκη, που συντάραξε την πόλη της Πάτρας και τη Δυτική Ελλάδα για σειρά ετών δεν δικάζονταν άσημοι και άγνωστοι εγκληματίες, αλλά μερικά από τα πλέον προβεβλημένα στελέχη της κοινωνίας της πόλης, μερικοί από τους οποίους κατείχαν υψηλά αξιώματα σε θεσμικά όργανα της Πολιτείας (δήμος, Επιμελητήριο, σύλλογοι, κοινωνικοί φορείς κοκ).
Πέρα όμως από το ηθικό μέρος, υπάρχει και το σκέλος των τεράστιων οικονομικών ζημιών που δημιούργησε η κακοδιαχείριση των υπαιτίων, οι οποίες εκτιμώνται σε πολλές δεκάδες εκατομμύρια ευρώ. Οι 15.000 μεριδιούχοι, που είδαν να μηδενίζεται το κεφάλαιο τους με το κλείσιμο της Τράπεζας το 2012 μετά από απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδας, υπέστησαν συνολική ζημιά 43 περίπου εκατ. ευρώ, ενώ η πόλη στερήθηκε οριστικά τις υπηρεσίες του χρήσιμου αυτού χρηματοπιστωτικού οργανισμού που αποτελούσε το όραμα των πολιτών για μια ανετότερη πρόσβαση της τοπικής οικονομίας και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων σε τραπεζικό δανεισμό. Ίσως αυτή να είναι η μεγαλύτερη απώλεια για ένα τοπικό όνειρο που έσβησε στα χέρια κακοδιαχειριστών που πρόδωσαν την εμπιστοσύνη της τοπικής κοινωνίας.
Σημαντική θα είναι και η ζημιά από το κλείσιμο της Αχαϊκής για το ελληνικό Δημόσιο, αφού το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), που αποζημίωσε τους καταθέτες της Τράπεζας, εκτιμάται ότι θα χάσει τελικά, μετά την ολοκλήρωση της εκκαθάρισης, ποσό
άνω των 100 εκατ. ευρώ.
Οι μεριδιούχοι αξιοποιώντας το θετικό αποτέλεσμα αυτής της πρώτης φάσης της υπόθεσης, θα προχωρήσουν αποφασιστικά και στη διεκδίκηση αποζημιώσεων για τις απώλειες που υπέστησαν και δεν θα υποστείλουν την ένταση του αγώνα τους μέχρι να δικαιωθούν και σε αυτό το σκέλος. Για αυτό προγραμματίζουν να συγκαλέσουν άμεσα τη Γενική Συνέλευση του
Συλλόγου τους για να πάρουν περαιτέρω αποφάσεις. Επιπλέον, είναι χαρακτηριστικό ότι οι μεριδιούχοι που παρακολουθούσαν με περισσή αγωνία, όλα αυτά τα χρόνια, την εξέλιξη της υπόθεσης τους, αισθάνονται ιδιαίτερα ικανοποιημένοι, που το δικαστήριο της Πάτρας στάθηκε στο ύψος του, παρά τις δύσκολες νομικές επιπλοκές που προκάλεσαν στην υπόθεση διάφορες δικονομικές ερμηνείες και άλλες προσπάθειες για να πέσουν οι κατηγορούμενοι στα μαλακά.
Συνοπτικά, η απόφαση αυτή της Δικαιοσύνης, με τις αυστηρές ποινές που επέβαλε, αποτελεί σταθμό στην εξέλιξη του συνεταιριστικού κινήματος στη χώρα μας, το οποίο, σε αντίθεση με τη θετική ανάπτυξη του σε χώρες της Ευρώπης, απέτυχε στη χώρα μας λόγω κακοδιαχείρισης, με αποτέλεσμα οι εποπτικές αρχές να άρουν την άδεια λειτουργίας όχι μόνο της Αχαϊκής στην Πάτρα, αλλά και από τις συνεταιριστικές τράπεζες σε άλλες πόλεις, όπως
στη Λαμία, τη Χαλκίδα, τη Ρόδο, τη Μυτιλήνη, την Πελοπόννησο κοκ.
Τέτοιες αποφάσεις θωρακίζουν, έστω και με καθυστέρηση ετών, τους αρμούς της οικονομίας και της κοινωνίας μας και θέτουν φραγμό στην εκμετάλλευση της λαϊκής αποταμίευσης από ισχυρούς τοπικούς παράγοντες οι οποίοι αξιοποιούν τέτοιους κοινωνικούς φορείς για ίδιο όφελος».